5/7/10

H Αφρική πέρα από το Μουντιάλ. Η τραγική ιστορία του πάμπλουτου Κονγκό.

Ολα αυτά τα χρόνια, λίγα πράγματα άλλαξαν στη χώρα με τον τεράστιο ορυκτό και ενεργειακό πλούτο, που παραμένει για τα 70 εκατομμύρια των κατοίκων της μία από τις φτωχότερες του πλανήτη με 173 δολάρια κατά κεφαλήν ετήσιο εισόδημα. Μια χούφτα ντόπιοι ολιγάρχες και άλλες τόσες πολυεθνικές εταιρείες εξακολουθούν να νέμονται τα ορυχεία διαμαντιών, χρυσού, ουράνιου, χαλκού, κασσίτερου, το βαμβάκι και την κτηνοτροφία, το κακάο και τα απέραντα δάση. (photos, links, video)....
Plus: H σχέση του Κονγκό με το iPhone

Το μικροσκοπικό Βέλγιο, πρώην αποικιοκρατική δύναμη που κατείχε για 75 χρόνια την αχανή αφρικανική χώρα, έχτισε τον πλούτο του απομυζώντας και ληστεύοντας το Κονγκό, στην πιο αιματηρή αλλά και σουρεαλιστική μορφή εκμετάλλευσης που γνώρισε ποτέ η αφρικανική ήπειρος.

Η χώρα του Λεοπόλδου


Η περιοχή νοτίως του ποταμού Κονγκό ήταν γνωστή στους Ευρωπαίους του 17ου και 18ου αιώνα ως πηγή σκλάβων που κατέληξαν στις αμερικανικές φυτείες. Το 1885, η Διάσκεψη του Βερολίνου ενέκρινε την πρωτοφανή απόφαση να περιέλθει η ασαφής από πλευράς συνόρων και υπόστασης «Ελεύθερη πολιτεία του Κονγκό» στην ιδιοκτησία του τότε μονάρχη του Βελγίου, Λεοπόλδου του Β' (http://en.wikipedia.org/wiki/Leopold_II_of_Belgium) ως προσωπική περιουσία. Ηταν και εξακολουθεί να είναι παγκόσμια πρωτοτυπία και αχρειότητα, ακόμη και για καθεστώς αποικιοκρατίας, ένα νεοπαγές κρατικό μόρφωμα να μεταβάλλεται σε προσωπικό φέουδο και οι κάτοικοί του σε σκλάβους.
Ο Λεοπόλδος ο Β ήταν ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να καταστρώσει ένα γιγάντιο σχέδιο «ανάπτυξης» στο μεγαλύτερο ιδιωτικό οικόπεδο του κόσμου (έκτασης 2,5 εκατ. τετρ. χιλιομέτρων) με εργαλείο τις ιδιωτικοποιήσεις και την υπεργολαβία, έννοιες γνωστές μας σήμερα, αλλά πολύ πρωτότυπες για την εποχή του. Συνεβλήθη με μεγάλες εταιρείες που ανέπτυξαν με μεθόδους ΣΔΙΤ (Σύμπραξη Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα, με τον Λεοπόλδο στον ρόλο του Δημόσιου) ένα γιγαντιαίο δίκτυο δρόμων και ιδίως σιδηροδρόμων, χωρίς να επενδύσει ο ίδιος ούτε ένα φράγκο, προκειμένου να βρει διέξοδο για τα προϊόντα του που ήταν εγκλωβισμένα μέσα στην τροπική ζούγκλα.
Την ίδια ώρα, έδωσε σε λευκούς υπερεργολάβους τη γη των ντόπιων και έθεσε ποσοτικούς στόχους πολύ υψηλούς, ώστε να μεγιστοποιήσει το κέρδος του. Οι λευκοί εργολάβοι οργάνωσαν ιδιωτικούς στρατούς και εξανάγκαζαν τους ντόπιους σκλάβους να δουλεύουν ακατάπαυστα, προκειμένου να πιάσουν τις νόρμες που έβαζαν οι Βρυξέλλες. Για να πετύχουν τους στόχους τους, εφάρμοσαν την πιο στυγνή και αιματηρή καταπίεση που γνώρισε ποτέ η Αφρική. Τα χρόνια του Λεοπόλδου δολοφονήθηκαν περί τους 5 έως 8,5 εκατ. Κονγκολέζοι, από τα 20 εκατ. που αριθμούσε τότε η χώρα.
Οσα χωριά δεν έπιαναν τον στόχο, έπεφταν θύματα συλλογικής ευθύνης. Οι «αντιπαραγωγικοί» και «απολίτιστοι» αυτόχθονες που δεν μάζευαν την απαραίτητη ποσότητα καουτσούκ από τις φυτείες δεχόντουσαν την πιο σκληρή τιμωρία από τους πολιτισμένους χριστιανούς ευρωπαίους αποίκους. Η συχνότερη τιμωρία ήταν ο ακρωτηριασμός των χεριών, για να γίνουν παράδειγμα στους υπόλοιπους να μαζεύουν τη σοδειά πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Υπολογίζεται ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τα μέλη τους σε μια περίοδο φρίκης και σφαγών που μπορεί να συγκριθεί ίσως, μόνο με το Ολοκαύτωμα.
Τον ζόφο της εποχής του Λεοπόλδου του Β περιέγραψε συγκλονιστικά ο συγγραφέας Τζόζεφ Κόνραντ στο βιβλίο του «Heart of Darkness», αλλά η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη έμαθε για την εφιαλτική πραγματικότητα από τον βρετανό δημοσιογράφο Εντμουντ Μορέλ. Μετά τις αποκαλύψεις του Μορέλ και τον έντονο ακτιβισμό που ανέπτυξε, ο Λεοπόλδος αναγκάστηκε να μεταβιβάσει το Κονγκό στο βελγικό κράτος.
Επειτα από δεκαετίες βίας, καταπίεσης και εξεγέρσεων, οι Κονγκολέζοι κέρδισαν την ανεξαρτησία τους το 1960 και εξέλεξαν για πρωθυπουργό τον Πατρίς Λουμούμπα, ήρωα της εθνικής τους αφύπνισης που ένωσε όλες τις φυλές κατά της αποικιοκρατίας.
Οταν στις 30 Ιουνίου 1960 ο νεοκλεγείς πρωθυπουργός δεν προσεκλήθη ως μη αρεστός στην τελετή της ανεξαρτησίας που οργάνωσε ο βέλγος βασιλιάς Μποντουάν, εκφώνησε έναν μνημειώδη λόγο ράπισμα στους πρώην αποικιοκράτες. «Από τα βάθη της καρδιάς μας είμαστε περήφανοι που πολεμήσαμε το αίμα και τη φωτιά με τα δάκρυά μας. Η πάλη μας ήταν αγνή και δίκαιη και έβαλε τέλος στην εξευτελιστική σκλαβιά...
»Πρωί και βράδυ έπρεπε να ανεχτούμε ξύλο, ρεζίλεμα, βρισιές, μόνο και μόνο γιατί ήμασταν "νέγροι, αράπηδες". Γίναμε μάρτυρες όσων διώχτηκαν για τις πολιτικές και θρησκευτικές τους πεποιθήσεις να καταλήγουν εξόριστοι στην ίδια τους τη χώρα, μια μοίρα χειρότερη κι από τον θάνατο... Πώς μπορεί να ξεχάσει κανείς τις σφαγές που κόστισαν τη ζωή σε πολλούς αδελφούς μας, τα κελιά όπου ρίχτηκαν από τον δυνάστη. Εμείς που υποφέραμε στην καρδιά και το σώμα μας από το αποικιοκρατικό καθεστώς, λέμε τώρα δυνατά και καθαρά ότι τελείωσε» (απόσπασμα από το www.phorum.gr).

Οι δέκα εβδομάδες
Ο Λουμούμπα (http://en.wikipedia.org/wiki/Patrice_Lumumbaέμεινε στην πρωθυπουργία μόλις δέκα εβδομάδες. Οταν ζήτησε βοήθεια από τη Ρωσία, ανετράπη, φυλακίστηκε και εκτελέστηκε από στρατιωτικούς φίλα προσκείμενους στις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον. Ακολούθησε η 35χρονη δικτατορία του Μομπούτου και μετά η Δημοκρατία, που όμως ελάχιστα βοήθησε να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων της πάμπλουτης χώρας.
Τώρα, Βέλγοι και Κονγκολέζοι επίσημοι συγκεντρώθηκαν στην Κινσάσα σε μια γιορτή θλιμμένη, με το φάντασμα του Λουμούμπα να πλανάται πάνω από τη ρημαγμένη χώρα. Την ίδια ώρα, στις Βρυξέλλες ο πρώην βέλγος επίτροπος Λουί Μισέλ δήλωνε ότι «ο Λεοπόλδος ο Β' ήταν ένας πραγματικός οραματιστής της εποχής του, ένας ήρωας» και αναρωτήθηκε πως «ακόμη κι αν συνέβησαν τρομερά πράγματα στο Κονγκό, έπρεπε τώρα να τα καταδικάζουμε;»
«Οι πληγές μας είναι πολύ ανοιχτές, πολύ νωπές για να σβήσουν τη μνήμη», απαντούσε πριν από 50 χρόνια ο Λουμούμπα.




H σχέση του Κονγκό με το iPhone
Κάντε κλικ στα δύο link

  1. http://www.youtube.com/watch?v=5Ycih_jMObQ
  2. http://www.nytimes.com/2010/06/27/opinion/27kristof.html?_r=1&ref=nicholasdkristof
epilektika