Από την περασμένη Πέμπτη, οπότε η κυβέρνηση της Ιρλανδίας ανακοίνωσε επισήμως ότι το κόστος της διάσωσης του τραπεζικού της τομέα ανέρχεται, για το 2010, γύρω στα 30 δις ευρώ, το ερώτημα που απασχολεί τους πάντες στις Βρυξέλλες και τις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι ένα: η Ιρλανδία είναι σε θέση να αντιμετωπίσει μόνη της αυτό το κόστος, η αντιθέτως θα ζητήσει, όπως και η Ελλάδα, την αρωγή των χρηματοδοτικών μηχανισμών της ΕΕ και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου; Το ερώτημα είναι εύλογο, λαμβανομένου υπόψη ότι τα 30 δις ευρώ αντιπροσωπεύουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, το 20% του ιρλανδικού ΑΕΠ και ότι συνεπεία αυτής της οικονομικής επιβάρυνσης το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ιρλανδίας θα κλείσει το 2010 στο 32% του ΑΕΠ (έναντι 14% που αναμενόταν), το δε δημόσιο χρέος της περί το 100% (έναντι 65% που αναμενόταν).
Παρά την εκτίναξη χρεών και ελλειμμάτων η Ιρλανδική κυβέρνηση διαβεβαίωσε τους πάντες σήμερα στις Βρυξέλλες, όπου συνεδρίασε το Συμβούλιο των υπουργών Οικονομίας της ΕΕ με τη συμμετοχή από ελληνικής πλευράς του κ Γ. Παπακωνσταντίνου, ότι θα είναι εντάξει προς τις μεσοπρόθεσμες δεσμεύσεις της. Ανέφερε δε ότι επέλεξε η ίδια να ανακοινώσει το ακριβές κόστος της διάσωσης του τραπεζικού της τομέα για να είναι πλέον απολύτως διαφανής η κατάστασή του. Ως προς την εξυπηρέτηση των δανειακών της υποχρεώσεων ανέφερε ότι διαθέτει τα απαραίτητα αποθέματα ως τον Ιούλιο του 2011 και ότι ακυρώνει την έκδοση νέων ομολόγων για το 2010.
Σε σχέση με το Σύμφωνο Σταθερότητας που διέπει τις χώρες του ευρώ ο Ιρλανδός υπουργός Οικονομίας κ Μπράϊαν Λινχαν ανέφερε ότι, όπως έχει δεσμευθεί, ως το 2014 θα συρρικνώσει το έλλειμμα του κράτους στο 3% του ΑΕΠ, από το δεκαπλάσιο ύψος στο οποίο πλέον ευρίσκεται.
Από πλευράς Βρυξελλών, ο αρμόδιος για τα οικονομικά ζητήματα Επίτροπος κ Ολι Ρεν δήλωσε ικανοποιημένος από τις δηλώσεις του Ιρλανδού υπουργού. Εσπευσε πάντως να διευκρινίσει ότι εντός των προσεχών ημερών αναμένει γραπτές και λεπτομερείς εξηγήσεις ως προς τους τρόπους και τις μεθόδους βάσει των οποίων η ιρλανδική κυβέρνηση θα επιτύχει τους οικονομικούς στόχους της.
Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις των Ιρλανδών, στα ηγετικά κλιμάκια των Βρυξελλών οι αμφιβολίες ως προς την πραγματική ικανότητα του Δουβλίνου να διέλθει αβρόχοις ποσί και αυτή την κρίση είναι έντονες. Και αυτό διότι οι πάντες γνωρίζουν ότι η κρίση των ιρλανδικών τραπεζών οφείλεται εν πολλοίς στη «φούσκα των ακινήτων» εντός της χώρας, για την οποία ουδείς προς το παρόν είναι βέβαιος ότι έχει ξεφουσκώσει. Ετσι στο σημερινό Συμβούλιο κρίθηκε χρήσιμο να παραστεί και ο Διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κ Ντομινίκ Στρος Καν ο οποίος ενημερώθηκε εκτενώς για την οικονομική κατάσταση της Ιρλανδίας. Επισήμως ουδείς δήλωσε ότι τίθεται θέμα συνδρομής προς την Ιρλανδία, με την ιρλανδική πλευρά να βεβαιώνει «θα τα καταφέρει μόνη της», και την ΕΕ να δηλώνει ότι για να υπάρξει αρωγή θα πρέπει πρώτα να υποβάλει το σχετικό αίτημα η ιρλανδική κυβέρνηση.
Το μείζον ερώτημα που ωστόσο απασχολεί τους οικονομικούς αναλυτές είναι πόσα περιθώρια έχει η ιρλανδική κυβέρνηση να επιβάλει κι άλλες πολιτικές λιτότητας. Και αυτό διότι στην Ιρλανδία έχουν ήδη εφαρμοσθεί δύο «προγράμματα ανασυγκρότησης» τα οποία, όσο και αν έγιναν γενικώς αποδεκτά από τα συνδικάτα, είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση των εισοδημάτων στη χώρα περί το 20%, αλλά και την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης είτε στο 65ο είτε στο 67ο έτος της ηλικίας των εργαζομένων. Ετσι η μόνη πηγή εσόδων που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην Ιρλανδία είναι η φορολόγηση των επιχειρήσεων, η οποία στη χώρα αυτή εξακολουθεί να είναι μικρότερη του 15%.
tovima.gr
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου