8/10/10

Μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου

Μείωση της καταναλωτικής δαπάνης των ελληνικών νοικοκυριών από το 2008 και παράλληλα - παρά το γεγονός ότι βελτιώθηκαν σημαντικά οι συνθήκες διαβίωσης - μια ανισότητα που επιμένει, καταγράφουν οι στατιστικές έρευνες στη χώρα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία για τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς 2008, που δημοσιοποίησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), παρατηρείται επίσης μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου των πολιτών, με μετατόπιση στις δαπάνες για στέγαση, μεταφορές, εκπαίδευση και ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια.

Όπως και μείωση στο οικογενειακό τραπέζι των προϊόντων που συνιστούν τη "μεσογειακή διατροφή".

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 2008 η μέση μηνιαία καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών ανήλθε στα 2.117,67 ευρώ (αύξηση 18,2% σε σύγκριση με το 2004).

Η αύξηση αυτή σε πραγματικούς όρους (λαμβάνοντας υπόψη τη μεταβολή των τιμών κατά το διάστημα 2004- 2008), ανήλθε σε 6,8%, ενώ η αντίστοιχη αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών για την περίοδο 1998- 2004 ανήλθε σε 12,2%. Καταγράφεται, δηλαδή, μείωση της ανοδικής τάσης της καταναλωτικής δαπάνης από αγορές.

Ταυτόχρονα, η ανισότητα μεταξύ των νοικοκυριών ήταν εμφανής από το γεγονός ότι το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης καταναλωτικής δαπάνης (αγορές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,53 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης καταναλωτικής δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού.

Ο δείκτης μειώνεται στο 4,59 όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη και οι τεκμαρτές δαπάνες.

Η μέση μηνιαία κατανάλωση των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 27,3% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 30,4% του οικογενειακού τους προϋπολογισμού σε είδη διατροφής, ενώ τα μη φτωχά το 15,5%.

Λόγω της σύνθεσης των φτωχών νοικοκυριών (ηλικιωμένοι, ανασφάλιστοι κ.λπ.), οι δαπάνες για υγεία ανέρχονται στο 8,3% του οικογενειακού προϋπολογισμού τους, ενώ των μη φτωχών σε 6,6%.

Ο κίνδυνος φτώχειας απειλούσε το 2008 το 19% του πληθυσμού της χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνονται υπόψη μόνο η καταναλωτική δαπάνη με τρόπο κτήσης αγορά, ενώ μειώνεται στο 16% του πληθυσμού, όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσης (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.).

Από την ανάλυση των στοιχείων της έρευνας προκύπτει εξάλλου, μια μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου και, ειδικότερα, μετατόπιση των δαπανών για διατροφή, ένδυση- υπόδηση, διαρκή καταναλωτικά και λοιπά αγαθά προς τις δαπάνες που αφορούν στη στέγαση, τις μεταφορές, την εκπαίδευση και τα ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια.

Έτσι, η μεγαλύτερη άνοδος καταγράφεται στις δαπάνες για ξενοδοχεία, εστιατόρια και καφενεία (+33,4%) και στη στέγαση- ενοίκιο, ηλεκτρισμός, ύδρευση κ.λπ. (+30,2%), ενώ μείωση καταγράφεται μόνο στις δαπάνες για οινοπνευματώδη ποτά και καπνό (-4,4%), η οποία οφείλεται στις δαπάνες για τσιγάρα.

Σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2004), παρατηρείται μείωση στην ποσοστιαία κατανομή της δαπάνης για γαλακτοκομικά προϊόντα (0,6%), ψάρια (0,4%), λαχανικά (0,4%), φρούτα (0,1%) και ζάχαρη, μαρμελάδα, μέλι, γλυκά και ζαχαρωτά (0,4%) και αύξηση για αλεύρι, ψωμί, δημητριακά (0,9%), κρέας (0,8%), λοιπά είδη διατροφής (0,2%) και καφέ, τσάι, κακάο (0,2%).

Οι μηνιαίες ποσότητες ειδών διατροφής που καταναλώθηκαν παρουσιάζουν πτωτική τάση εκτός των ζυμαρικών (+12%) και του κρέατος (+1,4%). Η μεγαλύτερη πτώση καταγράφεται στα προϊόντα αρτοποιίας (15,9%) και στο γιαούρτι (13,4%). Αξιοσημείωτη αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες είναι η μείωση της κατανάλωσης σε φρούτα και λαχανικά κατά 1.598,98 και 2.318,69 γραμμάρια αντίστοιχα.

Ανάλογα με τον τύπο των νοικοκυριών, διαφέρουν και τα πρότυπα κατανάλωσης, με τα μονομελή νοικοκυριά ηλικίας 65 ετών και άνω να δαπανούν μεγάλο μέρος του οικογενειακού προϋπολογισμού για κρέας και ενδύματα, τα νοικοκυριά με έναν γονέα και με ένα ή περισσότερα παιδιά έως και 16 ετών για ενοίκιο, και τους υπόλοιπους τύπους των νοικοκυριών να ακολουθούν το γενικό πρότυπο.

Επίσης, τα νοικοκυριά με ένα μόνο άτομο ηλικίας 65 ετών και άνω έχουν δαπάνες που ανέρχονται στο 34% των μέσων δαπανών των νοικοκυριών της χώρας. Τα νοικοκυριά που αποτελούνται από ένα ζευγάρι με τρία παιδιά και άνω έως και 16 ετών, έχουν δαπάνες που ανέρχονται στο 144,3% των μέσων δαπανών των νοικοκυριών της χώρας.

Τα νοικοκυριά με υπεύθυνο οικονομικά μη ενεργό ή άνεργο, δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 74,6% της μηνιαίας δαπάνης από αγορές στο σύνολο της χώρας και το 41% των δαπανών των νοικοκυριών με υπεύθυνο αυτοαπασχολούμενο με μισθωτούς. Ενώ, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 69% των δαπανών των νοικοκυριών που διαμένουν σε αστικές περιοχές.

Στην έρευνα καταγράφεται, τέλος, μια σαφής βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στην τετραετία 2004- 2008. Συγκεκριμένα, παρατηρείται σημαντική αύξηση (από 34% σε 42%) των νοικοκυριών που διαθέτουν ηλεκτρονικό υπολογιστή στην κύρια κατοικία τους (μεταβολή αριθμού νοικοκυριών +25,9%), καθώς και αύξηση του ποσοστού των νοικοκυριών που διαθέτουν, τουλάχιστον, ένα κινητό τηλέφωνο (μεταβολή αριθμού νοικοκυριών +16,6%).
nooz.gr